Κυριακή 6 Αυγούστου 2023

Το μπλόκο του Βύρωνα: 7 Αυγούστου 1944

 


"Το μπλόκο του Βύρωνα. Μια οφειλόμενη αποκατάσταση" Άρθρο του Απόστολου Κ. Κοκόλια.

Μετ’ ολίγον κατέφθασε ισχυρά γερμανική δύναμις, ήτις διέταξε την συγκέντρωσιν απάντων των ανδρών του συνοικισμού εις την πλατείαν Σμύρνης, όπου συνεκεντρώθησαν 1000 άνδρες. Παρέλαβαν 10 αδιακρίτως εκ των συγκεντρωθέντων και τους εξετέλεσαν επί τόπου, άλλους δε 600 άνδρας τους μετέφεραν εις Χαϊδάρι και εκείθεν τους μετέφεραν εις Γερμανίαν". (Γ. Κυριακίδης, Εθνικο-απελευθερωτικός αγώνας 1941-1945).

Η αναφορά αυτή αποτελεί μεν μία πηγή πληροφόρησης, αλλά απέχει από την πραγματικότητα. Είναι ελλιπέστατη και σε κάποια σημεία ανακριβής. Συγκεκριμένα:

  1. Δεν αναφέρει τι είχε προηγηθεί νωρίτερα το μεσημέρι.
  2. Παραλείπει τη συμμετοχή στα γεγονότα του ταγματασφαλίτη αξιωματικού Τριαντάφυλλου Γκοτζαμάνη, των Μπουραντάδων τσολιάδων και του διερμηνέα μασκοφόρου καταδότη Ιάσωνα Μανδηλάρη.
  3. Αναφέρει λανθασμένα ότι οι εκτελεσθέντες ήταν μόνο δέκα. (Θα εξηγήσω κατωτέρω γιατί έγινε αυτό το λάθος) και
  4. Υποστηρίζει ότι η επιλογή των εκτελεσθέντων έγινε όλων "αδιακρίτως".

Συμπληρωμένη και διορθωμένη η παραπάνω αναφορά της αστυνομίας από νεώτερα επίσημα δημόσια (Ελληνικά και Ιταλικά) έγγραφα και από αξιόπιστες μαρτυρίες περιοίκων, αντιστασιακών, αλλά και ομήρων, οδηγεί στην εξής πληρέστερη και ακριβέστερη περιγραφή των γεγονότων εκείνης της ημέρας:

Αργά το μεσημέρι της 7/8/1944 μία μικρή ομάδα Ελασιτών του Βύρωνα με επικεφαλής το λοχαγό Μανώλη Τζουλιαδάκη και συμμαχητές τον Αριστοτέλη Τσιφλάκο (Καμπούρη) και το νεαρό Κ.Γ. συνεπλάκησαν στην οδό Χρ. Σμύρνης με μηχανοκίνητη ομάδα Γερμανών και ταγματασφαλιτών. Πιθανότατα είχαν έρθει για αναγνώριση του χώρου όπου το απόγευμα θα γινόταν το μπλόκο. Σε βοήθεια των Γερμανών κατέφθασε και ένα τζιπ με ένα Γερμανό λοχαγό και δύο-τρεις τσολιάδες. Προφανώς πρόκειται για τα δύο αυτοκίνητα που αναφέρει στην αρχή η παραπάνω ανακοίνωση της αστυνομίας. Κατά την υποχώρηση των Ελασιτών προς τον Άγιο Λάζαρο ο Καμπούρης πυροβόλησε και τραυμάτισε το λοχαγό. Έτσι η συμπλοκή συνεχίστηκε. Οι Γερμανοί ζήτησαν φυσικά ενισχύσεις. Και στις 17:40 κατέφθασε και η "ισχυρά γερμανική δύναμις" που αναφέρει η ανακοίνωση της αστυνομίας. Ο συνοικισμός κυκλώθηκε. Επικεφαλής των ταγματασφαλιτών ο Τριαντάφυλλος Γκοτζαμάνης. Όλοι οι άνδρες από 15 έως 65 ετών εκαλούντο να συγκεντρωθούν στη Χρ. Σμύρνης, στην πλατεία, δίπλα στη γέφυρα στα όρια με το Παγκράτι. Ταυτόχρονα τα χωνιά του ΕΑΜ συμβούλευαν το αντίθετο.

Γερμανοί και τσολιάδες έμπαιναν στα σπίτια και άρπαζαν βίαια όλους τους άνδρες ακόμα και τους άρρωστους. Σε χίλιους περίπου ανήλθαν οι συγκεντρωμένοι. Οι ελαφρές δυνάμεις του ΕΛΑΣ έδωσαν άνιση μάχη από την Πλατεία του Αγίου Λαζάρου για να διασπάσουν το μπλόκο και να απελευθερώσουν τους πολίτες. Ήταν όμως αδύνατο. Οι Γερμανοί κράτησαν όση ώρα τους χρειαζόταν για να ολοκληρώσουν το έγκλημά τους. Ωστόσο στη μάχη αυτή είχαν αρκετούς τραυματίες. Η είδηση αυτή έφθασε στο χώρο του μπλόκου και εξόργισε τους ναζί. Εκεί ο επικεφαλής αξιωματικός απειλούσε ότι θα αρχίσει να σκοτώνει από το σωρό αν δεν του αποκάλυπταν ποιος είχε σκοτώσει το μεσημέρι το Γερμανό αξιωματικό. Ως διερμηνέα χρησιμοποιούσε τον Παγκρατιώτη μασκοφόρο Ιάσωνα Μανδηλάρη. Κανείς δεν άνοιξε το στόμα του. Ο Γερμανός εξοργίστηκε. Άρπαξε μία πρώτη τετράδα, τους έστησε παραπάνω στη μάντρα του Μοργκεντάου και τους εξετέλεσε με πολυβόλο. Ανάμεσά τους και ένας Ιταλός λοχίας που μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας είχε προσχωρήσει στον ΕΛΑΣ. Και πάλι κανένας δεν μίλησε. Άρπαξε μια δεύτερη τετράδα που και αυτή είχε την ίδια τύχη. Ανάμεσα στα θύματα ήταν και ο νιόπαντρος Γιώργος Διαμαντόπουλος. Προσπάθησε να διαφύγει σκαρφαλώνοντας στα κάγκελα του Μοργκεντάου. Εκεί τον γάζωσαν οι σφαίρες. Τα σημάδια από τις σφαίρες υπάρχουν ακόμα στα κάγκελα. Ακολούθησε η εκτέλεση και τρίτης τετράδας. Και πάλι κανένας δεν μίλησε. Στη συνέχεια ο επικεφαλής αξιωματικός ξεχώρισε άλλους τέσσερις και απειλούσε να συνεχίσει την εκτέλεση. Ανάμεσα σ’ αυτή την τελευταία τετράδα ήταν και ο γνωστός Βυρωνιώτης ηθοποιός Ιορδάνης Μαρίνος. Τότε πετάχτηκε μπροστά του ένα παλικάρι. Ήταν ο ΕΠΟΝίτης Παν. Κασιμάτης. "Εγώ τον σκότωσα" του είπε. Ο αξιωματικός των SS πλησίασε, τον τράβηξε προς τη μάντρα και διέταξε να εκτελεσθεί και αυτός. Ο ΕΠΟΝίτης ήταν έτσι ο τελευταίος νεκρός. Και βέβαια δεν ήταν αυτός που είχε σκοτώσει τον αξιωματικό. Το περιστατικό αναφέρει ο Θέμος Κορνάρος στο διήγημά του, "Ένας λεβέντης". Κατ’ άλλη, όμως, εκδοχή τον Π. Κασιμάτη υπέδειξε ο διερμηνέας Ιάσων Μανδηλάρης.

Στο σημείο της εκτέλεσης μετά την απελευθέρωση στήθηκε αναμνηστική στήλη με τα ονόματα των 11 από τους 12 εκτελεσμένους. Έλλειπε το όνομα του Ιταλού στρατιώτη, προφανώς γιατί κανένας δεν τον εγνώριζε για να το διασώσει.

Οι Γερμανοί διέταξαν τη μεταφορά των δώδεκα νεκρών παλικαριών στο νεκροταφείο της Κοκκινιάς. Και αμέσως αποχώρησαν βιαστικά, γιατί άρχισε να βραδιάζει και φοβόντουσαν επίθεση του ΕΛΑΣ. Έτσι η τελευταία τετράδα γλύτωσε την εκτέλεση. Όμως, ο αντιστασιακός Βύρων Λαμπαδίτης γράφει ότι ο ίδιος εξανάγκασε με το όπλο του τον οδηγό του φορτηγού – νεκροφόρας να κατευθυνθεί αντί της Κοκκινιάς στο νεκροταφείο του Βύρωνα, όπου την άλλη μέρα έγινε και η πάνδημη κηδεία. Πρόσφατα, το 2010, στο νεκροταφείο του Βύρωνα στήθηκε κενοτάφιο για τα 11 από τα 12 αυτά παλικάρια.

Από τους συγκεντρωμένους συνελήφθησαν 600 που μεταφέρθηκαν με πεζοπορία στο Χαϊδάρι για να σταλούν τελικά όμηροι στα στρατόπεδα εργασίας της Γερμανίας. Πολλοί απ’ αυτούς δεν γύρισαν πίσω. Πάντως, τουλάχιστον πέντε από τους συλληφθέντες δεν εστάλησαν τελικά στη Γερμανία. Οι τέσσερις ήταν υπάλληλοι του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Απελευθερώθηκαν με παρέμβαση του Σουηδού Εισαγγελέα Σάλστρομ, στελέχους του Δ.Ε.Σ. Μεταφέρθηκαν για επιβεβαίωση στο κτίριο της Γκεστάπο, στην οδό Μέρλιν και κατόπιν αφέθησαν ελεύθεροι. Επρόκειτο για το στέλεχος του ΕΔΕΣ στο Βύρωνα, Βύρωνα Νεγρεπόντη, τον μετέπειτα αξιωματικό του Ναυτικού Λεωνίδα Οικονομίδη (ο μόνος που κακοποιήθηκε), τον τεχνικό Κώστα Χατζηκυριάκο και κάποιον Βασίλη (τσαγκάρη), κάτοικο Χρ. Σμύρνης και Κολοκοτρώνη. Ο πέμπτος που δεν εστάλη στη Γερμανία και αφέθηκε ελεύθερος πριν καν οι όμηροι φθάσουν στο Χαϊδάρι, ήταν ο Φίλιππος Πιερράκος, που μετά την απελευθέρωση διορίσθηκε δήμαρχος στο Βύρωνα. Η εξήγηση του ΕΔΕΣ είναι ότι έπασχε από πλατυποδία και δεν μπορούσε να βαδίσει μέχρι το Χαϊδάρι. Επίσης απολύθηκαν από το Χαϊδάρι και δύο - τρεις ακόμα που εργάζονταν σε γερμανικές υπηρεσίες (μαρτυρία του ομήρου Βύρωνα Νεγρεπόντη). Πάντως, κατά τον υποδιοικητή του ΙΘ′ μόνο 365 εστάλησαν τελικά στη Γερμανία.

Η αρχική μαρμάρινη πινακίδα, που τοποθετήθηκε στο χώρο της εκτέλεσης έγραφε τα εξής: "ΕΠΕΣΑΝ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΟΥΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΒΥΡΩΝΑ στις 7 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1944". Πρόσφατα η πινακίδα αυτή υπέστη σημαντικές φθορές. Η καινούργια που τοποθετήθηκε αντί του "έπεσαν στο πέρασμα των Ούνων" αναγράφει "ΕΠΕΣΑΝ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ". Θα ’ταν πιο σωστό βέβαια να γράφει: "Έπεσαν στο πέρασμα του φασισμού".

Τα πλήρη στοιχεία και των 12 εκτελεσμένων:

  1. Γιώργος Ν. Διαμαντόπουλος 25 ετών, εργάτης
  2. Μανώλης Παρ. Καπίτσικας 18 ετών, εφαρμοστής, κατ. Υμηττού
  3. Βαγγέλης Ευστρ. Καλαϊτζής 25 ετών, εργάτης
  4. Παναγιώτης Στ. Κασιμάτης 20 ετών, κάτοικος Ν. Σμύρνης
  5. Γιώργος Χρήστου Κλειδάς 35 ετών
  6. Ιορδάνης Κων. Καϊσέρογλου 17 ετών
  7. Ιάκωβος Σπ. Μερκουριάδης 18 ετών
  8. Κώστας Ιωάννου Μουρίκης 19 ετών
  9. Γιώργος Μιχαήλ Καλαμούτης 22 ετών
  10. Λευτέρης Γ. Μυλωνάς 22 ετών
  11. Ιπποκράτης Ν. Χατζηϊωάννου 23 ετών, εργάτης
  12. Μαρτσέλλο Μπαραβάλε 25 ετών, Ιταλός Λοχίας

Επομένως ο Μανώλης Καπίτσικας ήταν κάτοικος Υμηττού. Αλλά και ο Πάνος Κασιμάτης δεν ήταν Βυρωνιώτης. Κατοικούσε στη Νέα Σμύρνη στην οδό Προύσσης 20. Πάντως οι αντιστασιακοί επιμένουν ότι ήταν ο γραμματέας της ΕΠΟΝ Ζωγράφου, είχε το ψευδώνυμο Θανασάκης και ότι μόλις είχε σταλεί στο Βύρωνα.

Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου συντάχθηκαν την 9/8/1944 στο Δήμο Βύρωνα μόνο για τους δέκα από τους δώδεκα εκτελεσμένους. Και αυτό γιατί προφανώς οι άλλοι δύο δεν ετάφησαν στο Βύρωνα. Γι’ αυτό η ανακοίνωση της Αστυνομίας κάνει λόγο για 10 νεκρούς. Γιατί οι σοροί που μετέφερε ήταν 10. Από τις ληξιαρχικές πράξεις θανάτου προκύπτουν τα εξής στοιχεία: Την αιτία θανάτου πιστοποίησε ο γιατρός Νικόλαος Μυλωνάς και ήταν για όλους "σφαίρες πολυβόλου όπλου κατόπιν εκτελέσεως". Ως ώρα επέλευσης του θανάτου αναφέρεται για όλους η 8:00 μμ. Άρα το μπλόκο έγινε το απόγευμα. Τόπος δε της εκτέλεσης για όλους ήταν η οδός Χρ. Σμύρνης. Το ίδιο βεβαιώνει και η ανακοίνωση της Αστυνομίας με τη φράση: "Τους εξετέλεσαν επί τόπου".

Οι σοροί των νεκρών μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο από την αστυνομία. Ανάμεσα στις ληξιαρχικές πράξεις περιλαμβάνεται και εκείνη του εκτελεσμένου Ιταλού Λοχία.

Η ταφή  έγινε βιαστικά σε ομαδικό τάφο στην ανατολική πτέρυγα του νεκροταφείου κοντά στη μάντρα προς την οδό Αρχ. Χρυσοστόμου. Βέβαια ο Ιταλός Λοχίας, ως καθολικός, ετάφη σε ξεχωριστό μνήμα. Το νεκροταφείο είχε αποκλεισθεί αυστηρά από την αστυνομία. Όμως κάποιες γυναίκες έτρεξαν για να περιποιηθούν και να ντύσουν τους νεκρούς. Ανάμεσά τους και η μητέρα του νεκρού Κων. Μουρίκη, η οποία δεν ήξερε ότι είχε εκτελεσθεί και ο γιος της. Επειδή δεν επιτρεπόταν η είσοδος, σκαρφάλωσε στη μάντρα, πήδηξε στο χώρο της ταφής και αντίκρισε ανάμεσα σ’ όλους και το παιδί της. (Αξιόπιστη μαρτυρία της ίδιας της κόρης της και της εγγονής της που διέσωσαν τελικά την πληροφορία.) Επί 66 ολόκληρα χρόνια ο ομαδικός αυτός τάφος ήταν σχεδόν άγνωστος. Μόλις το 2010 ανακαινίσθηκε και υπάρχει μέχρι και σήμερα. Τα οστά των εκτελεσμένων υπάρχουν ακόμα εκεί. Μόνο για τα οστά του Ιταλού Λοχία έγινε στις 26/1/1951 ανακομιδή και μεταφορά τους στην πατρίδα του όπου και τιμάται σήμερα η μνήμη του σε σχετικό μνημείο που αναγράφει το όνομά του.

Στη βιαστική τους υποχώρηση οι Γερμανοί έφυγαν χωρίς να ρίξουν χαριστικές βολές. Έτσι, ένας από τους εκτελεσμένους δεν είχε σκοτωθεί. Ήταν απλά τραυματίας. Ήταν ο δεκαεφτάχρονος Χαράλ. Γεωργιάδης*, που οι Βυρωνιώτες τον βάφτισαν Λάζαρο.

Ο ηθοποιός Ιορδάνης Μαρίνος, που μαζί με την τελευταία τετράδα γλύτωσε την εκτέλεση, σε συνέντευξή του το 1978 στα "ΝΕΑ", στο δημοσιογράφο Γ. Γάτο, αναφέρει σωστά ότι οι εκτελεσμένοι δεν ήταν 11 αλλά 13. (Συνυπολογίζοντας βέβαια κι αυτόν που δεν σκοτώθηκε.) Ο Γ. Γάτος προσθέτει ότι η πληροφορία αξίζει να ερευνηθεί.

Στον τοίχο στήθηκε και ένας ακόμα νέος, ο ανήλικος Θανάσης (Σάκης) Λιάπης, κάτοικος της περιοχής Αγίου Δημητρίου που όμως κατόρθωσε να αποδράσει. Το γεγονός ανήγγειλε έντρομη αμέσως κατόπιν η μητέρα του στον αντιστασιακό Κλ. Δενδρινό.

Επτά μήνες μετά το μπλόκο ο επονίτης Ν Ευσταθόπουλος, συναγωνιστής του πιο γνωστού από τους εκτελεσμένους, του Πάνου Κασιμάτη, έγραψε και έστειλε προς δημοσίευση στο περιοδικό της ΕΠΟΝ "ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ" ένα ποίημα. Το τιτλοφορεί "Επιτάφιο στο συναγωνιστή Πάνο Κασιμάτη που έπεσε από τα βόλια των γερμανοτσολιάδων τον περασμένο Αύγουστο στο μπλόκο του Παγκρατίου". Δημοσιεύθηκε στο φύλλο αρ. 49 της 5/5/1945 στη σελ. 22.

Εβδομήντα ένα χρόνια αργότερα ο Δήμος Βύρωνα αποκαθιστώντας την αλήθεια προσέθεσε σε όλα τα μνημεία των εκτελεσμένων στο μπλόκο και το όνομα του Ιταλού Λοχία Μαρτσέλλο Μπαραβάλε.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημερίδα "Επικοινωνία" και αναδημοσιεύτηκε από εδώ:
https://www.stasivyrona.gr/to-mploko-toy-vyrona-mia-ofeilomeni-apokatastasi-toy-apostoloy-kokolia

Η παρακάτω φωτογραφία είναι από την ομιλία του κ. Κοκόλια στον Ιστορικό Περίπατο που πραγματοποιήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2022.

 

*Σημείωση από την ιστοσελίδα "Ρωγμή στην ενημέρωση":
Μου είχε αφηγηθεί παλιά ο διασωθείς Πόντιος οικοδόμος Χαράλαμπος Γεωργιάδης: «Πρώτα εκτέλεσαν τους επτά και μετά τους πέντε που μείναμε… Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά, το αίμα μου είχε παγώσει, νόμισα ήρθε το τέλος μου… Και όταν άρχισαν να πέφτουν οι σφαίρες, έχασα τις αισθήσεις μου. Έπεσα μαζί με τους άλλους… Αισθάνθηκα μετά πάνω μου έναν Γερμανό στρατιώτη να πυροβολεί τον διπλανό μου και μετά έδωσε και σε μένα τη χαριστική βολή… Όταν αργότερα άνοιξα τα μάτια μου είδα να βρίσκομαι μπρούμυτα μέσα σε αίματα. Τότε άρχισε να δουλεύει το μυαλό μου… Σκέφθηκα, αφού δέχτηκα τόσες σφαίρες έπρεπε να έχω τραύματα και να πονώ… Σηκώθηκα χωρίς να νοιώθω πόνους. Από τη συγκίνηση μου έχασα και πάλι τις αισθήσεις μου… ΄Όταν οι αστυνομικοί ήρθαν να μαζέψουν τα πτώματα, μόλις με είδαν έντρομοι τινάχτηκαν και φώναξαν «το παιδί ζεί!!! Είναι ζωντανό!» Αφού μου έδωσαν τις πρώτες βοήθειες με απόλυτη μυστικότητα με πήγαν σε νευρολογική κλινική χωρίς να αναφέρουν πώς και από τι έπαθα τον νευρικό κλονισμό. Νοσηλεύτηκα και επέζησα… Γλύτωσα από θαύμα την χαριστική βολή!!!» Μετά την αποχώρηση των Γερμανών η Αστυνομία ανέλαβε το θλιβερό έργο της περισυλλογής των πτωμάτων και του ενταφιασμού τους… Το περιστατικό αυτό ήταν καταγεγραμμένο στο ΙΘ΄ Αστυνομικό Τμήμα Αθηνών, κρυφά από τους Γερμανούς…

Ο Χαράλαμπος Γεωργιάδης είχε προσληφθεί και εργάστηκε ως εργάτης καθαριότητας στο Δήμο Βύρωνα. 

https://rogmistinenimerosi2.blogspot.com/2021/08/7-1944.html

Από το "Πρόλογος.gr" διαβάζουμε επίσης: 

Ο Βύρωνας δεν ήταν μια οποιαδήποτε συνοικία της Αθήνας. Ήταν μια προσφυγοσυνοικία 25 περίπου χιλιάδων κατοίκων στα χρόνια της κατοχής που οι περισσότεροι απ’ αυτούς ήταν οργανωμένοι στο ΕΑΜ – ΕΛΑΣ. Λίγοι ήταν οι ανοργάνωτοι κι ελάχιστοι, δακτυλοδεικτούμενοι, οι προδότες.
Από το χειμώνα του ’44 η συνοικία του Βύρωνα ήταν ελεύθερη. Για την ακρίβεια ελεύθερη – πολιορκημένη. Μέσα στη συνοικία οι ΕΛΑΣίτες, οι ΕΠΟΝίτες, το ΕΑΜ, το ΚΚΕ, ο λαός. Κι απ’ έξω οι προδότες και οι ξένοι κατακτητές.

Η Μέλπω Αξιώτη διηγείται [«ΕΑΜ – Ανατολικές συνοικίες της Αθήνας 1941-1945», σελ. 10, έκδοση του 6ου τομέα του ΕΑΜ Αθήνας, 1945.]: 

«Εκείνη τη Δευτέρα, 2 απ’ το μεσημέρι, ακούστηκαν στη συνοικία μας ολούθε τα χουνιά: «Προσοχή προσοχή! Φτάνουν οι Γερμανοί απ’ το Παγκράτι! Όλοι οι άντρες κρυφτήτε! Σας φρουρεί ο ΕΛΑΣ!». Ο ΕΛΑΣ μας φρουρούσε με τις 5 αραβίδες του και τα 2 αυτόματα, κ’ έτσι 4 1)2 χιλιάδες Βυρωνιώτες κατάφεραν να διαφύγουνε τριγύρω. Φτάνουν οι Γερμανοί. Τηλεφωνούν για ενίσχυση, καταφθάνει ο λοχαγός Τρ. Γκοτζαμάνης με το λόχο του, χωροφύλακες, παπαγιώργηδες, μπουραντάδες, και πίσω αλαφιασμένοι χίτες με γερμανική στολή ΕΣ-ΕΣ οι περισσότεροι.

Ξεχύνονται στους δρόμους με πυροβολισμούς, σέρνουν τους άντρες απ’ τα μαλλιά απ’ τα σπίτια, χτυπώντας με υποκοπάνους και κλωτσιές. Ένας νέος δεν τους ακολουθεί, τον σκοτώνουν στην πλατεία αγ. Λαζάρου. Μαζεύουν πεντακόσους πούμειναν, τους συγκεντρώνουν σ’ εκατό 5άδες, τους λένε πως θα τους σκοτώσουν γιατί τραυματίστηκε στο χέρι ένας γερμανός. Πετιούνται δυο λεβέντες επονίτες και φωνάζουν: «Είμαστε κομουνιστές κι’ εμείς τον τραυματίσαμε, σκοτώστε εμάς, οι άλλοι είνε αθώοι». Ο γερμανός τους περιφέρει στις 5άδες να υποδείξουν κι’ άλλους μα δεν υπόδειξαν κανέναν και τους σκοτώνει εκεί μπροστά και πολλοί ραντιστήκανε απ’ το αίμα τους. ξεχωρίζει άλλους 10, τους παραδίνει στον Γκοτζαμάνη, αυτός τους στήνει σ’ έναν τοίχο, οδός Σμύρνης αριθ. 10, όπου σήμερα ακόμα φαίνουνται οι τρύπες της εχτέλεσης. Ένας μελλοθάνατος μιας βδομάδος πηδά τη μάντρα να γλυτώσει, ένας τσολιάς τον κυνηγά, τον τραυματίζει, τον αποτελειώνει πληγωμένο επί τόπου, και γελαστός γυρίζει να πάρει θέση στο εχτελεστικό απόσπασμα. Το παράγγελμα δόθηκε απ’ τον Γκοτζαμάνη.

Φύγανε τα σκυλιά παίρνοντας τους 487 ομήρους. Τότε μέσα απ’ τα πτώματα ξετρυπώνει ένα παιδί 15 χρονών κι’ εφώναξε: «Εγώ είμαι ζωντανός, εγώ είμαι ζωντανός!» κι’ έτρεχε με πεταμένα τα μάτια εδώ εκεί, προσπαθώντας να τρυπώσει για να μην τον ξανασκοτώσουν. Είταν αλήθεια ζωντανός, αλλά όμως ετρελάθηκε. Ο πατέρας του ήταν με τους ομήρους. Τώρα νύχτωσε πια και μες στο πηχτό σκότος άκουγες ένα θρήνο, ένα φοβερό μοιρολόι από χιλιάδες στόματα. Γυναίκες πεντακόσιων οικογενειών κλαίγανε τους χαμένους τους.

Πέρα απ’ το Βύρωνα, προς το Παγκράτι, την ίδια ώρα έσβυνε απομακρένοντας το ξένιαστο τραγούδι των τσολιάδων. Είχαν τελειώσει ευσυνείδητα το μεροκάματό τους της 7ης Αυγούστου του 1944.

Έτσι έγινε το «μπλόκο του Βύρωνα», που θα τόχετε ακούσει. Η πένα δεν τα περιγράφει όπως πρέπει, αλλά τα καταλαβαίνουν και κλαίνε όλες οι ανθρώπινες καρδιές του κόσμου».

Ο Ορέστης Μακρής στο βιβλίο του «Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας» περιγράφει συγκλονιστικά το Μπλόκο:

“Απ’ τα ξημερώματα δύο γερμανικοί λόχοι πλαισιωμένοι από 800 γερμανοτσολιάδες μπλοκάρουν αιφνιδιαστικά μόνο ένα τμήμα του συνοικισμού Βύρωνα, συγκεντρώνοντας εκεί όλες τους τις δυνάμεις.

Δεν επανέλαβαν το λάθος της διασποράς των δυνάμεών τους της προηγούμενης μάχης.

Ξεκινούν την επίθεση από τη Λ. Υμηττού σε σχήμα λαβίδας. Αυτή τη φορά στην πρώτη γραμμή της επίθεσης βρίσκονται δύο γερμανικοί λόχοι και ακολουθούν οι γερμανοπροδότες.

Οι ελαφρές δυνάμεις του λόχου του Βύρωνα που είχαν επιστρέψει πριν ελάχιστες ώρες από το μπλόκο των ανατολικών συνοικιών, υποχρεώνονται σε υποχώρηση. Μερικές ομάδες εγκλωβίζονται στο μπλόκο.

Ο εχθρός σχηματίζει κλοιό και με τη φοβερή δύναμη πυρός που διαθέτει κρατάει σε απόσταση ασφαλείας τις υπόλοιπες δυνάμεις του λόχου μας. Διαθέτουν πολυβόλα, όλμους, μπαζούκας.

Η διοίκηση του 2ου Συντάγματος κινητοποιεί αμέσως το ΙΙΙ τάγμα Καισαριανής και τις υπόλοιπες δυνάμεις του ΙΙ τάγματος και διατάσσει συγχρονισμένη επίθεση για τη διάσπαση του μπλόκου από δύο σημεία και την απελευθέρωση των πολιτών που έχουν συγκεντρώσει στην πλατεία του Βύρωνα.

Το ΙΙΙ τάγμα της Καισαριανής εξορμάει απ’ το Σκοπευτήριο και τη Ζωοδόχο Πηγή, με κατεύθυνση την πλατεία του Βύρωνα.
Την ίδια ώρα το ΙΙ τάγμα εξαπολύει αντεπίθεση από το Ρέμα της “Γριάς” στα σύνορα Νέας Ελβετίας – Βύρωνα.

Η μάχη ξεσπάει σαν θύελλα. Είναι σκληρή και άνιση. Τώρα αντιμετωπίζουμε Γερμανούς έμπειρους πολεμιστές, οπλισμένους μέχρι τα δόντια.
Οι απώλειες και των δύο πλευρών είναι βαριές. Ο εχθρός έχει αρκετούς τραυματίες και ένα νεκρό Γερμανό αξιωματικό. Αλλά κι εμείς έχουμε 2 νεκρούς και πάρα πολλούς τραυματίες.

Τελικά οι οχυρωμένοι Γερμανοί κατορθώνουν να συγκρατήσουν τις επιθέσεις μας, ξερνώντας φωτιά και σίδερο με τους άφθονους όλμους και τα πολυβόλα τους. Τέσσερις ώρες κρατάει η μάχη ανάμεσα στο σιδερόφραχτο εχθρό και στις αδάμαστες ψυχές των ΕΛΑΣιτών.

Τόσο τους χρειάζονταν για να πραγματοποιήσουν το εγκληματικό τους έργο στην πλατεία.

Στην πλατεία οι μασκοφόροι υπέδειξαν 10 άοπλους ΕΛΑΣίτες και αφού τους βασάνισαν απάνθρωπα τους έστησαν στον τοίχο.

Πλησιάζει ο Γερμανός διοικητής και τους ζητάει να μαρτυρήσουν τους αξιωματικούς του ΕΛΑΣ που βρίσκονταν μέσα στο πλήθος και ήταν υπεύθυνοι για το θάνατο του Γερμανού αξιωματικού. Τους υποσχέθηκε σαν αντάλλαγμα να τους χαρίσει τη ζωή. Δεν πήρε καμιά απάντηση! Και τότε πετάγεται από το πλήθος ένας νεολαίος, ο Παναγιώτης Κασιμάτης, η απόλυτη έκφραση της επαναστατικής έξαρσης του γίγαντα λαού μας την εποχή εκείνη. Προχωρεί περήφανα, στέκεται μπροστά στον Γερμανό διοικητή και του λέει: “…Εγώ χτύπησα τον Γερμανό, εμένα να σκοτώσετε. Αυτοί είναι αθώοι. Αφήστε τους”. Ο Γερμανός φρύαξε και έξαλλος δίνει εντολή και εκτελούν αμέσως και τα έντεκα παλικάρια”.

https://www.e-prologos.gr/%CF%84%CE%BF-%CE%BC%CF%80%CE%BB%CF%8C%CE%BA%CE%BF-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B2%CF%8D%CF%81%CF%89%CE%BD%CE%B1-1944/

Βύρωνας, η πόλη μας

7 Αυγούστου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου