Διακόσια χρόνια πέρασαν, από το θάνατο του Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον, 6ου Βαρόνου Μπάιρον (George Gordon Byron, 6th Baron Byron, 22 Ιανουαρίου 1788 – 19 Απριλίου 1824), του γνωστού στην Ελλάδα Λόρδου Βύρωνα.
Ήταν Άγγλος αριστοκράτης, ποιητής, (οξυδερκής) πολιτικός, αλλά και ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη προσωπικότητα.
Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές όλων των εποχών (ο Γκαίτε έγραψε για τον Βύρωνα: «αναμφίβολα η μεγαλύτερη ιδιοφυΐα του αιώνα μας») και μια από τις σημαντικότερες μορφές του ρομαντισμού (μαζί με τις άλλες βασικές φυσιογνωμίες της Αγγλικής λογοτεχνίας-ποίησης, Ουίλλιαμ Ουόρντσγουορθ, Σάμιουελ Τέυλορ Κόλεριτζ, Τζον Κητς, Πέρσυ Μπυς Σέλλεϋ), που παραμένει ακόμα και σήμερα δημοφιλής. Από το πλούσιο έργο του ξεχωρίζουν τα μακροσκελή ποιήματα «Δον Ζουάν» και «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ» (Childe Harold's Pilgrimage). Πάντως, ο Βύρωνας είναι πιο ανθρώπινος, και εν πολλοίς πιο μοντέρνος, ως επιστολογράφος. Οι 13 τόμοι της αλληλογραφίας του αποτελούν αριστούργημα του είδους!
Σαν σήμερα, 19 Απριλίου του 1824, πέθανε. Διακόσια χρόνια πέρασαν από το θάνατο του. Υμνήθηκε στην Ελλάδα όσο κανείς άλλος.
Ο Σπυρίδων Τρικούπης στον επικήδειο λόγο του για τον λόρδο Βύρωνα που εκφώνησε την 10/13 Απριλίου 1824 στο Μεσολόγγι μεταξύ των άλλων τόνισε: «…Ήλθε να κακοπαθήσει και αν ταλαιπωρηθεί μαζί μας, συναγωνιζόμενος όχι μόνον με τον πλούτο του, τον οποίον δεν ελυπήθηκε, όχι μόνον με τη γνώσιν, της οποίας μας έδωκεν τόσα σωτηριώδη σημεία, αλλά και με το σπαθί του ακονισμένον εναντίον της τυραννίας και της βαρβαρότητας. Ήλθεν εις ένα λόγον, κατά την μαρτυρίαν των οικιακών του, με απόφασιν να αποθάνει εις την Ελλάδα διά την Ελλάδα. Πώς λοιπόν να μη συντριβή όλων μας η καρδία διά την στέρησιν ενός τέτοιου ανδρός; Πώς να μην κλαύσωμεν την στέρησίν του ως γενικήν στέρησιν όλου του Ελληνικού Γένους;»
Ο Διονύσιος Σολωμός συνθέτει μακρά ωδή στη μνήμη του, ενώ στην τελευταία του κατοικία τον συνοδεύει το λιτό επίγραμμα του εθνικού μας ποιητή, με τη μαχόμενη Ελλάδα να μένει παγωμένη και να βυθίζεται σε βαθιά περισυλλογή: 1. «Λευτεριά, γιὰ λίγο πάψε / νὰ χτυπᾶς μὲ τὸ σπαθί. / Τώρα σίμωσε καὶ κλάψε / εἰς τοῦ Μπάιρον τὸ κορμί.» 2. Καὶ κατόπι ἂς ἀκλουθοῦνε / ὅσοι ἐπράξανε λαμπρά. / ἀποπάνου του ἂς χτυποῦνε / μόνο στήθια ἡρωικά.
Ο Κωστής Παλαμάς στο ποίημά του «Μπάιρον (1824‒1924)»
«... ... ... κι αν έζησες Διόνυσος, ξεψύχησες Μεσσίας. Εκατό χρόνια πέρασαν. Δεν πέρασες. Και ζεις με των αϊτών το πέταγμα και με των άγριων κρίνων την ευωδιά, στο λυρισμό, στη σκέψη, στης ψυχής τα πάθη, και στη δόξα των Ελλήνων.»
Ο Γεώργιος Δροσίνης στο ποίημά του «Ο Θάνατος του κύκνου» τον αποκαλεί "λευκό κύκνο του Βορηά που θέλησε να γίνει Αητός".
Κι όμως, ο Βαρόνος Μπαίρον δεν ήρθε για να θυσιαστεί για τον Αγώνα. Όχι!
Πρόκειται για μια ρομαντική παρεξήγηση που ξεκινά λίγες ημέρες μόνο μετά το θάνατό του στο Μεσολόγγι, με τον επικήδειο λόγο που εκφωνεί ο Σπυρίδων Τρικούπης.
Αλλά ο Τρικούπης μόνο μία φορά είχε συναπαντηθεί με τον Βύρωνα. Ύστερα η παρεξήγηση παίρνει μυθικές διαστάσεις, ιδιαίτερα στις πολλαπλές βιογραφίες του ποιητή.
Αλλά υπάρχουν άφθονα τεκμήρια: ο ίδιος δεν είχε σκοπό να πεθάνει στην Ελλάδα, ούτε μάλλον να μείνει εκεί, από τον καιρό που θα πάψει να είναι πια “χρήσιμος” (δική του η έκφραση, που την επαναλαμβάνει επίμονα).
Η δράση του, σύμφωνα με τον ίδιο, έπρεπε να ξεκινήσει για καλά μόνο με την άφιξη του τεράστιου δανείου από το Λονδίνο – γεγονός που μοιραία θα συμπέσει με το χαμό του τον Απρίλη του 1824 και, κατά συνέπεια, με το χαμό επίσης των περισσότερων χρημάτων…
Όσο ακραίοι και αν ακούγονται αυτοί οι ισχυρισμοί, έχουν βάση γιατί ανήκουν στον κορυφαίο Βρετανό νεοελληνιστή και διευθυντή του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών του Kings College του Λονδίνου, Ρόντρικ Μπίτον (Στις 9 Σεπτεμβρίου 2019 έγινε Ιππότης Ταξιάρχης του Τάγματος Τιμής από τον πρώην Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλο, για τη δια βίου συμβολή του στην προώθηση των μεσαιωνικών και σύγχρονων ελληνικών σπουδών και πολιτισμού).
Ο αριστοκράτης δανειστής
και το alter ego του, ο άλλος του εαυτός, ο ρομαντικός ποιητής!
Στο αφηγηματικό του ποίημα με τίτλο «Δον Ζουάν» (Don Juan), που ο ίδιος ο Μπάιρον θεωρούσε ως το αριστούργημά του και το πιο προσωπικό έργο του, προβάλει μια σειρά από δικές του ανησυχίες και οράματα και, με έντονο χιούμορ και πνεύμα, επικρίνει και σατιρίζει την κοινωνία ενώ βρίσκει την ευκαιρία να επιτεθεί σε δημόσια πρόσωπα.
Ο αληθινός «ήρωας» είναι ο κυνικός, κουρασμένος από τον κόσμο αφηγητής του. Πρόκειται για έναν αριστοκράτη, του οποίου οι απόψεις μοιάζουν εντυπωσιακά με του Μπάιρον. Ο απογοητευμένος τόνος του αντανακλά την προσωπική αίσθηση απογοήτευσης του Μπάιρον.
Γράφει στο 12ο Άσμα του «Δον Ζουάν»:
«Ποιος κρατάει την πλάστιγγα της παγκόσμιας ισορροπίας;
…. …. ….
Αυτοί, (τους κατονομάζει)
Είναι οι αληθινοί άρχοντες της Ευρώπης.
Κάθε δάνειο, δεν είναι απλώς ένα κερδοσκοπικό χτύπημα,
Είναι μοχλός για την καθήλωση ενός έθνους ή την ανατροπή ενός θρόνου.
Και οι δημοκρατίες επίσης εμπλέκονται λίγο ... .... .... »
Παρότι, λοιπόν, ο ποιητής γράφει αυτά και ο αριστοκράτης ολιγαρχικός και οξυδερκής πολιτικός είναι συνειδητοποιημένος για την πολιτική αξία ενός δανείου προς τους επαναστατημένους Έλληνες, γράφοντας: «Φοβάμαι μήπως κάποιος από τους Έλληνες ηγέτες θεωρήσει το δάνειο έπαθλο νίκης με αποτέλεσμα να ξεσπάσει εμφύλιος», ο Φιλέλληνας ποιητής Λόρδος Βύρωνας και ο αριστοκράτης 6ος Βαρόνος Μπάιρον προχωρούν στον δανεισμό των Ελλήνων με επαχθείς, θα λέγαμε, όρους!
«Θα ξεσηκώσω, αν μπορέσω, και τις πέτρες ακόμα / ενάντια στους τυράννους της γης» γράφει στο ποίημά του «Δον Ζουάν».
=============================
«Στις 2 Ιουνίου 1823 το Εκτελεστικό εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο (γαμπρό του Γεωργίου Κουντουριώτη), Ιωάννη Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη (1789-1854), αγωνιστή του 1821 και πολιτικό από τα Γιάννενα, να μεταβούν στο Λονδίνο για να συνάψουν δάνειο. Η επιτροπή καθυστέρησε να αναχωρήσει για την Αγγλία» (Πηγή: Πρώτο Θέμα - «Τα δάνεια του 1821 - «Φως» στις άγνωστες πτυχές τους» https://www.protothema.gr/stories/article/1403827/ta-daneia-tou-1821/).
Αντιγράφουμε αποσπάσματα από τις σελίδες 56, 57 και 58 από το βιβλίο του Θωμά Β. Παπακωνσταντίνου με τίτλο «Η Ελλάδα στα δεσμά του Χρέους», από τις Εκδόσεις Green Box Εκδοτική ΑΕ (κατόπιν γραπτής αδείας του εκδότη βάσει του Νόμου 2121/1993):
Για το α’ δάνειο της ανεξαρτησίας ο Τζέιμς Χάμιλτον Μπράουν (James Hamilton Browne, αντιπρόσωπος του Βαρόνου Μπαίρον) γράφει: «Με έκπληξη διαπίστωσα ότι ήταν ο μόνος (ο Κολοκοτρώνης) από τους Έλληνες συνομιλητές μου που αντιτάχθηκε στην ιδέα του δανείου. Είπε πως ήταν απόλυτα αντίθετος σ’ αυτό το σχέδιο για δυο λόγους. Πρώτα-πρώτα επειδή η Μεγάλη Βρετανία θα μπορούσε με το δάνειο να εξασφαλίσει κυριαρχική θέση πάνω στην Ελλάδα, ενώ εκείνος επιθυμούσε να μείνει η χώρα του αδέσμευτη. Και, δεύτερο, γιατί το δάνειο θα υποβοηθούσε τις μηχανορραφίες του Μαυροκορδάτου και των Φαναριωτών. Χωρίς αμφιβολία, χάρη στις σχέσεις τους με τα νησιά και τη ναυτική Ελλάδα, θα προσπαθούσαν να κερδίσουν τη μερίδα του λέοντος. Η Ελλάδα (είπε ο Κολοκοτρώνης) είναι σε θέση να ελευθερωθεί με τις δικές της δυνάμεις, αρκεί να αντιμετωπίζει ως εχθρούς μόνο τους Τούρκους».
Στις 13 Οκτωβρίου 1823 το Βουλευτικό Σώμα αποφάσισε να στείλει μια επιστολή στον λόρδο Βύρωνα, με την οποία του ζητούσε να δώσει στην τριμελή επιτροπή του δανείου οδηγίες και συστατικές επιστολές, καθώς και ένα δάνειο 30.000 ισπανικών ταλήρων (ή 6.000 λίρες στερλίνες) το οποίο θα χρησιμοποιούνταν για την αγορά πολεμικών πλοίων, που θα βοηθούσαν το Μεσολόγγι που κινδύνευε από την πολιορκία των Τούρκων. Την ίδια ημέρα το Βουλευτικό σώμα έδωσε σχετικές οδηγίες στην τριμελή επιτροπή του δανείου να ταξιδέψει μέχρι την Κεφαλλονιά και να διαπραγματευτεί το δάνειο των 30.000 ισπανικών ταλήρων από τον λόρδο Βύρωνα. Ο λόρδος Βύρωνας γνώριζε ότι η σύναψη του εξωτερικού δανείου θα έφερνε τον Εμφύλιο Πόλεμο στην επαναστατημένη Ελλάδα.
Στις 25 Οκτωβρίου 1823 γράφει στον τραπεζίτη του στη Γένοβα Ουίλιαμ Πάρρυ (William Parry) τα εξής: «Πολλά αναμένονται από το δάνειο, και γνωρίζω ότι χωρίς χρήματα είναι αδύνατο να ευδοκιμήσουν. Φοβάμαι μήπως κάποιος από τους Έλληνες ηγέτες, θεωρήσει το δάνειο έπαθλο νίκης ύστερα από δυναμική αναμέτρηση, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος. Η Κυβέρνηση που θα συνομολογήσει το δάνειο βλέπει με δυσπιστία τον Κολοκοτρώνη και τον Οδυσσέα, που ίσως είναι δυο από τους πιο γενναίους και πιο ικανούς στρατιωτικούς ηγέτες. Συμβούλεψα τον Μαυροκορδάτο να συστήσει στην Κυβέρνηση τη χρηματοδότηση αυτών των οπλαρχηγών, αλλά να τους επιτηρεί στενά... ... ...».
Στις 25 Οκτωβρίου 1823 οι Ιωάννης Ορλάνδος και Ανδρέας Λουριώτης συνοδευόμενοι από τον Τζέιμς Χάμιλτον Μπράουν (James Hamilton Browne), έφτασαν στην Κεφαλλονιά. Εκεί οι επίτροποι παρέδωσαν στον Λόρδο Βύρωνα μια επιστολή της Προσωρινής Κυβέρνησης, η οποία ζητούσε από αυτόν δάνειο 30.000 ισπανικών ταλήρων (ή 6.000 λίρες στερλίνες).
Ο Βύρωνας τελικά χορήγησε μόνο 4.000 λίρες στερλίνες (σ.σ.: για να καλυφθούν τα έξοδα για το ταξίδι τους) και, πέρα από τα φιλελληνικά του αισθήματα, επέβαλε στη συμφωνία αυτή να εισπράξει το κεφάλαιό του από το δάνειο της «Λόνδρας», καθώς και τους τόκους, οι οποίοι αργότερα καταβλήθηκαν στους κληρονόμους του.
Από εκείνη τη στιγμή ο Βύρωνας είχε ήδη πάρει το μέρος της αγγλόφιλης παράταξης των Κουντουριώτη και Μαυροκορδάτου, γιατί το δάνειο αυτό το συνδιαχειρίστηκε ο Μαυροκορδάτος για λογαριασμό της διοίκησης στη Δυτική Ελλάδα.
Αργότερα, στις 8 Φεβρουαρίου 1824, ο Βύρωνας χορήγησε ένα ακόμη δάνειο 3.000 ισπανικών ταλήρων (ή 600 λίρες στερλίνες) στην ελληνική διοίκηση με σκοπό να πληρωθούν οι μισθοί των Σουλιωτών …. … … με εγγύηση τα εισοδήματα των αλυκών του Μεσολογγίου και του Μποχωριού.
Τα γεγονότα αυτά δεν διέφυγαν την προσοχή του Δ. Υψηλάντη, ο οποίος έλεγε ότι: «η πατρίς κινδυνεύει από τους Τούρκους και από τον Μαυροκορδάτον, όστις θέλει να μας παραδώσει εις τους Άγγλους».
«Στις 3 Νοεμβρίου 1823 ξεκίνησαν για την Κέρκυρα, απ' όπου αναχώρησαν στις 14 Νοεμβρίου 1823. Στις 23 Νοεμβρίου έφτασαν στη Μάλτα, όπου έμειναν για δυο μέρες και επικοινώνησαν με τον Άγγλο φιλέλληνα Ντέιβιντ Γκραντ. Ένα μήνα αργότερα (!) έφτασαν στο Γιβραλτάρ και τελικά, μόλις στις 14/26 Ιανουαρίου 1824 στην Αγγλία» (Πηγή: Πρώτο Θέμα - «Τα δάνεια του 1821 - «Φως» στις άγνωστες πτυχές τους»)…
=============================
“Η επαναστατική φλόγα του Μπάυρον” βρίσκεται στη φαντασία!
Και όταν θα απελευθερωνόταν η Ελλάδα, ο Μπάιρον «φανταζόταν κιόλας τον εαυτό του αρχηγό ενός στρατεύματος και προστάτη των αδικημένων σ’ όλο τον κόσμο», γράφει ο Αντρέ Μορουά. Δίκαια, λοιπόν, θα μπορούσε ο Λόρδος Βύρωνας να χαρακτηριστεί ως ένας «Τσε Γκεβάρα» της εποχής του, γράφει, βυθισμένος στην προσωπολατρία του, ο Πρόεδρος του “Συνδέσμου Μπάιρον για τον Φιλελληνισμό και τον Πολιτισμό”, κ. Πάνος Τρυγάζης, στο Ένθετο της Εφημερίδας των Συντακτών, τον Φεβρουάριο του 2024. Για να συνεχίσει και να τον χαρακτηρίσει ως «επαναστάτη με αιτία!»
Για να λάβει την απάντηση από τον Ρόντρικ Μακλίοντ Μπίτον (Roderick Macleod Beaton): «Αν ζούσε σήμερα ο φιλέλληνας λόρδος Βύρωνας, θα ήταν μνημονιακός και, ως προσωπικότητα, θα μπορούσε να συγκριθεί με έναν ποπ σταρ. Τον Μάικλ Τζάκσον. Δεν θα ήταν ένας Τσε Γκεβάρα, αλλά θα έκανε ευχαρίστως παρέα μαζί του» (Συνέντευξη του 2014). Ούτε όμως στην εποχή του ο Μπάιρον ήταν Τσε Γκεβάρα. Φανταζόταν... και έγραφε ως αφηγητής!
Ο δήθεν «Φιλέλληνας» και ο μύθος του!
Όταν τον Σεπτέμβριο του 1822 αναλαμβάνει υπουργός Εξωτερικών ο George Canning, η Αγγλία εγκαταλείπει
το δόγμα της ουδετερότητας στο ελληνικό ζήτημα, αφού δε το βλέπει πλέον ως επικίνδυνο, αλλά σαν μια ευκαιρία να προωθήσει τα βρετανικά
συμφέροντα στην περιοχή έναντι της Ρωσίας.
Τον Μάρτιο του 1823 ιδρύεται η Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου ή Φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου (αγγλικά: London Greek Committee ή London Philhellenic Committee, 1823-1826).
Ο
κυριότερος λόγος-επιχείρημα ένταξης στην Επιτροπή ήταν το ότι η
ελληνική ανεξαρτησία θα άνοιγε το δρόμο στην αύξηση των βρετανικών
συμφερόντων και επενδύσεων στη Μεσόγειο!!!
Εξέχουσα θέση μεταξύ αυτών των πολιτικών ακτιβιστών ήταν ο Έντουαρντ Μπλακιέρ (Edward Blaquiere, 1779–1832), πρώην αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού και ο Τζον Μπάουριγκ (John Bowring), ο πρώτος εκδότης του “Westminster Review”, βουλευτής, διπλωμάτης και ουσιαστικός εκτελεστής και εκδότης των έργων του Τζέρεμι Μπένθαμ (Jeremy Bentham).
Ο Μπάουριγκ, ως επίτιμος γραμματέας της “Ελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου”, ξεκίνησε μια πολυσύνθετη αλληλογραφία, η οποία θα κορυφωθεί με την σύνταξη της πρώτης λίστας πενήντα (50) ονομάτων υποστηρικτών, που εμφανίζονται στις 29 Μαρτίου 1823 στην εφημερίδα “Πρωϊνό Χρονικό” (“Morning Chronicle”).
Ο 6ος Βαρόνος Μπάιρον μπορεί να είχε ταξιδέψει στην Ελλάδα, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής του κυρίως περιοδείας, όπως έκαναν κατά τα πρότυπα της εποχής οι νεαροί Άγγλοι ευγενείς, αλλά δεν είχε δείξει κανένα ουσιαστικό ενδιαφέρον για τον Ελληνικό αγώνα. Εξάλλου του άρεσαν πολύ τα ταξίδια γιατί του άρεσε να ανακαλύπτει το διαφορετικό και αυτό μετέφερε και στην ποίησή του με αυτή την λυρικότητα που την χαρακτηρίζει.
Ξαφνικά, ο αδιάφορος για την επανάσταση ποιητής αποφασίζει να αφοσιωθεί στην υπόθεση της ελληνικής ελευθερίας. Μεγάλη συμβολή σε αυτή την μεταστροφή έχουν και οι φίλοι του (που αποτελούν μέγα κεφάλαιο στην ιστορία του Φιλελληνισμού) οι Σέλλεϋ, τόσο ο γνωστός στο ευρύ κοινό ποιητής Πέρσυ (Μπυς) Σέλλεϋ (Persy Bysshe Shelley, 1792-1822) όσο και η λιγότερο γνωστή δεύτερη σύζυγός του Μαίρη (Γουόλστονκραφτ) Σέλλεϋ (Mary Wollstonecraft Shelley, 1797-1851), οι οποίοι του μετέδωσαν τον ενθουσιασμό τους για την ελληνική υπόθεση, την εποχή που εκείνος ήταν απορροφημένος (και απογοητευμένος: "οι Ιταλοί πρέπει να ασχολούνται αποκλειστικά με την όπερα και τα μακαρόνια") από το επαναστατικό κίνημα των Καρμπονάρων στην Ιταλία.
Είναι
η στιγμή που η Αγγλία επιχειρεί να θέσει υπό τον έλεγχό της την
εξέγερση των Ελλήνων υπερφαλαγγίζοντας τους ανταγωνιστές της. Ο Μπλακιέρ, ο εκπρόσωπος των Άγγλων κεφαλαιούχων που ενδιαφέρονταν για παροχή τοκογλυφικών δανείων σε επαναστατημένες χώρες (κάτι ανάλογο έκαναν με Ν.Αμερική), συναντά τον λόρδο το 1823 στην Ιταλία και τον πείθει να αναλάβει αποστολή στην Ελλάδα. Έπρεπε να αξιοποιηθούν η ακτινοβολία και ο τίτλος ευγενείας για τους πολιτικούς ελιγμούς και τις κερδοσκοπικές προσδοκίες από το δάνειο. Αφήνουν να εννοήσει ότι θα πρωτοστατήσει σε μεγαλεπήβολα σχέδια.
Εγγράφεται στον επόμενο κατάλογο των ογδόντα τεσσάρων (84) μελών της επιτροπής (κατά
άλλους 85) που περιλάμβανε μερικές αξιοσημείωτες προσθήκες.
Ο στηλιτευτής της απολυταρχίας τώρα βλέπει την Ελλάδα ως μελλοντική αποικία της Μ. Βρετανίας: «Η Ελλάδα θα ικανοποιήσει με κάποιον τρόπο το σημερινό πάθος των Άγγλων για κάθε λογής κερδοσκοπία. Μπορούν να βρουν σ’ αυτή χώρο κατάλληλο για εκμετάλλευση και μάλιστα κοντά στην πατρίδα».
Φανταζόταν ότι θα γίνει στρατηγός, βασιλιάς κ.α.
Έτρεξε να προμηθευτεί πολύχρωμες στολές και περικεφαλαίες. Στο ταξίδι προς την Ελλάδα μάθαινε σκοποβολή και φανταζόταν τον εαυτό του να ηγείται σε μάχες. Με το που φτάνει και βλέπει τις πραγματικές συνθήκες, αρχίζει να καταριέται την μοίρα του («ήμουν τρελός που ήρθα εδώ»).
Με την άρνησή του να μεταβεί στην Πελοπόννησο, για να συνεργαστεί με την επαναστατική κυβέρνηση και την απόφασή του να εγκατασταθεί στο Μεσολόγγι, ο Βύρωνας συνέβαλε -ίσως άθελα του- στον διχασμό. Η επιρροή του Μαυροκορδάτου στον Βύρωνα προκάλεσε αντιδράσεις άλλων παρατάξεων που έβλεπαν ότι η αγγλόφωνη φατρία θα διαχειριζόταν το δάνειο, δηλαδή την εξουσία.
Ήταν η πρώτη επέμβαση των Άγγλων, με διεκπεραιωτή τον Βύρωνα. Λειτουργεί
ως δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ αγωνιστών και βρετανών φιλελλήνων για τη
σύναψη του πρώτου επαναστατικού δανείου, ως μέλος πλέον του
Φιλελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου, κρούοντας παράλληλα τον κώδωνα του
κινδύνου για την κατεύθυνση των χρημάτων: διαβλέποντας τις πολιτικές
διαμάχες που είχαν ήδη ξεσπάσει στους κόλπους της ηγεσίας των Ελλήνων
αγωνιστών, καλεί σε αποκλειστική χρήση των χρημάτων για την απελευθέρωση
του έθνους και όχι για αλλότριους πολιτικούς σκοπούς. Παράλληλα με
το μέλημά του για τη στρατιωτική πορεία της Επανάστασης, αναλαμβάνει τον
ρόλο να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των οπλαρχηγών. Παρατηρεί σε επιστολή
του: «Καθώς ήρθα εδώ για να υποστηρίξω όχι μια φατρία, αλλά ένα έθνος
και για να συνεργαστώ με τίμιους ανθρώπους και όχι με κερδοσκόπους ή
καταχραστές (κατηγορίες που ανταλλάσσονται καθημερινά ανάμεσα στους
Έλληνες), θα χρειαστεί πολλή περίσκεψη για να αποφύγω τη μομφή ότι
μεροληπτώ και αντιλαμβάνομαι ότι αυτό θα είναι πολύ δύσκολο, γιατί έχω
ήδη λάβει προσκλήσεις από περισσότερα του ενός από τα αλληλοσπαρασσόμενα
κόμματα, πάντα με τη δικαιολογία ότι αυτοί είναι οι γνήσιοι εκπρόσωποι
του έθνους». Σε επιστολή που εμπιστεύεται στον φίλο του Χόμπχαους τον
Σεπτέμβριο του 1823 διαμαρτύρεται: «Οι Έλληνες φαίνεται να κινδυνεύουν
περισσότερο από τη διχόνοιά τους, παρά από τις επιθέσεις του εχθρού».
Στο Μεσολόγγι τον υποδέχονται σαν Μεσσία. Κυκλοφορεί με συνοδεία, κ.α. Η γνώμη του για τους Έλληνες εξακολουθεί να είναι η χειρότερη. Δημόσια και ιδιωτικά τους αποκαλεί «διαολεμένα ψεύτες» και «βαρβάρους». «Οι Έλληνες είναι πιθανώς ο πιο εκφυλισμένος, ο πιο διεφθαρμένος λαός της γης. Συντρίβοντας με την επανάσταση τους εύθραστους κρίκους της αλυσίδας τους αποκάλυψαν τον πραγματικό τους χαρακτήρα, είναι η πιο ματαιόδοξη και η πιο ανειλικρινής φυλή της γής». Ακόμα και όταν επαινούσε τους Έλληνες, δεν ξεχνούσε να κάνει συγκρίσεις -αρνητικές για αυτούς- με τους Οθωμανούς: «Μου αρέσουν οι Έλληνες είναι γοητευτικοί κατεργαρέοι με όλα τα ελαττώματα των Τούρκων αλλά χωρίς το θάρρος τους».
"Ο θάνατός του στο Μεσολόγγι το 1824, από αρρώστια, δεν ήταν ηρωικός, ωστόσο ήταν συμβολικός. Η παρουσία τού πιο διάσημου δημόσιου άντρα της εποχής στην Ελλάδα, τράβηξε την προσοχή στον ελληνικό αγώνα, μεταμορφώνοντάς τον σε ιερό αγώνα για την ελευθερία, που ίσως μπορεί να πέρναγε σαν μια ακόμη αγροτική εξέγερση στην Ευρώπη. Ο θάνατος του Μπάυρον έφερε ένα δάνειο 800 χιλιάδων χρυσών λιρών που πήραν από το Λονδίνο οι Έλληνες πατριώτες και ανακάτεψε την αγγλική κυβέρνηση στον ελληνικό αγώνα. Το γεγονός πως ο Μπάυρον άφησε εθελοντικά τις ηδονές του ταξιδιού του στην Ιταλία για να ριχτεί στην ελληνική του περιπέτεια, είναι ακόμα ένα δείγμα της πολυπλοκότητας και της ανωτερότητας του χαρακτήρα του", γράφει το 1977 ο Λουίς Ραθιονέρο (Luis Racionero) στο βιβλίο του «Filosofías del underground», το οποίο είδαμε κάποτε και στη γλώσσα μας (1980 και ’83) ως «Οι Φιλοσοφίες του Underground.
Το τελευταίο του ποίημα του Ποιητή Μπάιρον ήταν το «Σήμερα συμπληρώνω τα τριάντα έξη μου χρόνια» (On this day I complete my thirty-sixth year)
"On this day I complete my thirty-sixth year" (Μεσολόγγι, 22 Ιανουαρίου 1824)
Αδιάφορη τούτη η καρδιά θα μένει
γιατί καρδιά καμμιά δεν συγκινεί:
κι’ όμως απαρνημένη και θλιμμένη
ματώνει στη στιγμή.
Οι μέρες μου χλωμά κίτρινα φύλλα
τ’ άνθη και της αγάπης οι καρποί
είναι σκουλήκια βούρκος και σαπίλα
και κούφιοι οι παλμοί.
Οι σπίθες που μου φεύγουν απ’ τα σπλάχνα
καθώς ηφαίστεια νησιού νεκρά
φλόγες δεν βγάνουνε παρά μιαν άχνα
σα νεκρικά πυρά.
Τον κλήρο του έρωτα που συνταράζει
ελπίδες και πόθους δεν έχω εγώ
μηδέ σκοπό πάρεξ ένα μαράζι
ένα βαρύ ζυγό.
Και να μην πω: «ούτε έτσι – μήτε τώρα…»
στα εξιλαστήρια πάθη της ζωής
ηρώων στεφάνια πλέκονται οληνώρα
θανάτου και τιμής.
Βόλια και λάβαρα! Αχός, Ελλάδα
φως μου, πώς με καλείς. Πολεμιστές
και πάλι στης ασπίδας την απλάδα
πεθαίνουν νικητές.
Ω ξύπνα! Ελλάδα μου όχι συ, ξύπνα
και βύζαξε τις ρίζες πνεύμα μου
δυνάμωσε μες των Γραικών τα δείπνα
με ένα νεύμα μου.
Πείνες της σάρκας, ηδονές και πάθος
τα βδελυρά και τερατόμορφα
Όχι! Κοίτα την ομορφιά σαν λάθος
σε πρόσωπα όμορφα.
Αν κλαις τη νιότη σου, τότε μη ζήσεις!
Χρέος και θάνατος σωστός εδώ
με σφαίρες τη ζωή σου να σφαλίσεις
στο χώμα αυτό.
Γύρνα με περιέργεια το κεφάλι
μέτρα καλά, να ’ναι φαρδύς-πλατύς
ο τάφος σου, κι’ ύστερα από την ζάλη
πέσε ν’ αναπαυτείς. (Μετάφραση: Νίκος Σπάνιας)
Ένα βιβλίο που επίσης πρέπει να διαβαστεί, ως το πορτρέτο ενός βαθιά ευαισθητοποιημένου εκσυγχρονιστή-οραματιστή, είναι το “Ο πόλεμος του Μπάιρον”, του Ρόντρικ Μπίτον, από τις εκδόσεις Πατάκη. Αντίθετα με πολλές βιογραφίες που περιγράφουν τον Μπάιρον ως θύμα των αντίξοων περιστάσεων, η εκδοχή του Σκωτσέζου καθηγητή Ρόντρικ Μπίτον, καταγράφει την μορφοποίηση της πολιτικής του συνείδησης και εντοπίζει την κλιμάκωση μιας εσωτερικής, ψυχολογικής διεργασίας που οδήγησε τον Μπάιρον να μεταμορφωθεί από εξεγερμένο ποιητή του ρομαντικού, λογοτεχνικού ρεύματος του 19ου αιώνα, σε διπλωμάτη με πολιτική δράση και καίριο ρόλο και λόγο στη Ελληνική Επανάσταση.
Πρόκειται για την ιστορία του αξιοσημείωτου επιτεύγματος του Μπάιρον, που δεν ήταν άλλο από το να επινοήσει και να επανεπινοήσει τον εαυτό του. Πρώτα σε φανταστικό επίπεδο, ως εξεγερμένος "Τσάιλντ Χάρολντ" ή ως καταραμένος ήρωας των Ανατολικών Μύθων, και αργότερα ως ο «νέος Προμηθέας του νέου ανθρώπου», ο οποίος θα επέλεγε την επανάσταση στην Ελλάδα ως την υπόθεση στην οποία θα αφιέρωνε την τελική του μεταμόρφωση σε αρτιγέννητο δημόσιο άνδρα και πολιτικό ηγέτη, τους τελευταίους μήνες της ζωής του, στην Κεφαλλονιά και το Μεσολόγγι. Όμως δεν είναι η ιστορία ενός μόνου άνδρα. Τονίζουμε ότι άλλοι –κυρίως ο ομότεχνός του ποιητής, Π. Μπ. Σέλλεϋ– έπαιξαν κρίσιμο ρόλο, ωθώντας τον Μπάιρον να αφιερώσει τη ζωή του στην Ελλάδα!
Βύρωνας, η πόλη μας / 19 Απριλίου 2024